Επιμέλεια: Δήμητρα Αλεξοπούλου

Το The Sea Between My Soul είναι μια εξαιρετικά απρόσμενη παράσταση: ταριχευμένα ζώα αφηγούνται την ιστορία της ζωής και του –συνήθως τραγικού– θανάτου τους μέσω των εικόνων του Ράεντ Γιασίν και του λόγου και των τραγουδιών του Άλαν Μπίσοπ, γνωστού από το σχεδόν μυθικό πλέον γκρουπ The Sun City Girls. Η πρεμιέρα ήταν προγραμματισμένη στη Στέγη Ιδρύματος Ωνάση για τον περασμένο Μάρτιο –κι όλοι γνωρίζουμε τι συνέβη… Όμως η μαγνητοσκοπημένη της εκδοχή θα είναι διαθέσιμη στο κανάλι του Ιδρύματος Ωνάση στο YouTube για μια εβδομάδα. Η ευκαιρία ήταν ιδανική να δώσουμε το λόγο στον Άλαν Μπίσοπ να μας πει περισσότερα γι αυτό το –τουλάχιστον- πρωτότυπο πρότζεκτ, αλλά και για όλη την πολυδαίδαλη και πολυσχιδή μουσική του πορεία.

Ας αρχίσουμε από το The Sea Between My Soul, την παράσταση που δεν μπορέσαμε να δούμε ζωντανά το Μάρτιο στη Στέγη λόγω πανδημίας. Ναι, δυστυχώς.

Τουλάχιστον θα μπορέσουμε να τη δούμε από την Κυριακή και για λίγες μέρες διαδικτυακά σε μαγνητοσκόπηση. Δανείζετε, λοιπόν, τη φωνή σας, αλλά και τα λόγια σας σε ταριχευμένα ζώα. Και τη μουσική επίσης, όλη. Δεν θα έλεγα πως είναι ασυνήθιστο εγχείρημα για μένα να γράφω τραγούδια με αυτό τον τρόπο. Το να δουλέψω όμως μέσα σε μια τέτοια κατάσταση με τον Ράεντ Γιασίν πάνω σε αυτή τη σπουδαία ιδέα, αυτή την τρελή ιδέα με την οποία με προσέγγισε πριν κάποιο διάστημα, ήταν μοναδικό: να πάρουμε αυτά τα ταριχευμένα ζώα και να τα τοποθετήσουμε σε ένα αστικό τοπίο κάποιου είδους, που θα έφερνε στο νου αυτή την αόριστη ιδέα, τους αόριστους συνειρμούς με το αόριστο μεσογειακό ιστορικό πλαίσιο, και με τις πόλεις της Μεσογείου να εκπροσωπούνται από ορισμένα κτίρια ή χώρες που την οριοθετούν. Ήταν μια τόσο παρανοϊκή ιδέα, και μόνο να σκεφτεί κανείς πως θα το έκανε ή πως κάτι τέτοιο θα μπορούσε να γίνει, που φυσικά δεν μπορούσα παρά να δεχτώ. Έχω δουλέψει με τον Ράεντ πολλές φορές σε διαφορετικές καταστάσεις και πάντοτε θαύμαζα το μυαλό του και τον τρόπο που σκέφτεται, κι αυτή ήταν μια εκπληκτική ιδέα που δεν γινόταν να προσπεράσω. Το αστείο ήταν πως έπρεπε να περιμένω σχεδόν ως την τελευταία στιγμή για να ξέρω ακριβώς ποια ταριχευμένα ζώα επρόκειτο να αποκτήσει ως «ρόλους». Έτσι προσπάθησα να καταγράφω ιδέες και να έχω γράψει λίγη μουσική τους προηγούμενους μήνες, όμως ο κύριος όγκος της δουλειάς στην πραγματικότητα έπεσε από τα μέσα Οκτωβρίου μέχρι τα τέλη Νοεμβρίου της περασμένης χρονιάς. Το Δεκέμβριο και τον Ιανουάριο έκανα την ηχογράφηση, και τέλη Ιανουαρίου τις μίξεις. Όλα λοιπόν έγιναν πολύ γρήγορα, και καθώς οι ηχογραφήσεις έγιναν την περίοδο των διακοπών, ήμουν τυχερός που πέτυχα κάποιους μουσικούς στην πόλη, ενώ άλλοι χρειάστηκε να έρθουν με το αεροπλάνο για να συμμετάσχουν. Ήταν ένα εντελώς τρελό εγχείρημα, όλα έγιναν γρήγορα. Πάνω από όλα χαίρομαι που τα καταφέραμε. Ήταν μια κατάσταση με πολύ άγχος, καρποφόρησε όμως και είμαι πολύ ευτυχής.

Από πού αρχίζει κανείς για να δώσει φωνή στα νεκρά ζώα; Τι σας ήρθε πρώτα στο μυαλό; Κυρίως δύο πράγματα. Από τη μία το πρακτικό κομμάτι, κι από την άλλη το κάπως μη πρακτικό. Πάντοτε γνώριζα αρκετά για τα ζώα, όλη μου τη ζωή μού άρεσε να τα μελετώ. Μάλλον έπρεπε να είχα γίνει ζωολόγος, γιατί γνωρίζω όλα τα είδη ζώων ανά τον κόσμο, σε όλες τις ηπείρους, και με προσελκύουν ποικιλότροπα. Μερικές φορές όταν βοηθάω τα παιδιά μου στη μελέτη τους, εκπλήσσομαι κι εγώ με τα πράγματα που γνωρίζω για τα ζώα, ακόμα και για τα πιο ασυνήθιστα, όπως και για τους δεινόσαυρους. Ξέρω τον τρόπο ζωής τους, την καταγωγή τους, τι τρώνε, πού πηγαίνουν, τι κάνουν. Αυτή είναι η μία πλευρά. Αυτό όμως δεν είναι ιδιαίτερα πρακτικό, δεν σε κάνει ικανό να πλάσεις ένα τραγούδι, και μάλιστα σχετικό με τη Μεσόγειο, ώστε να σχετίζεται με το φάσμα της ανάθεσης που μου έκανε ο Ράεντ. Αυτό είναι μια διαφορετική διαδικασία. Έπρεπε να δημιουργήσω ένα τραγούδι. Έπρεπε να γράψω στίχους, να πλάσω ένα χαρακτήρα και να τον ταιριάξω στο συνολικό σχεδιασμό. Παρόλο που και στο παρελθόν έχω δουλέψει δημιουργώντας τραγούδια που να ταιριάζουν με συγκεκριμένες περιοχές και το βρίσκω πια φυσικό, η συγκεκριμένη διαδικασία ήταν εντελώς μοναδική, αλλά ταυτόχρονα με έκανε να νιώθω άνετα. Προχώρησα με αυτοπεποίθηση. Στο χρόνο που είχα στη διάθεσή μου, κατόρθωσα να δημιουργήσω με το δικό μου τρόπο μια αφήγηση με αυτά τα ζώα, που ήλπιζα πως θα ταιριάζει. Μου αρέσει πολύ να γράφω σκοτεινό υλικό, πάνω σε σκοτεινή θεματική, που έχει να κάνει με την τραγωδία, το θάνατο, τη φρίκη, τον τρόμο και την κακοτυχία. Μου ταιριάζει, κι έτσι νομίζω πως μου ταίριαζε πολύ και το πρότζεκτ.

Θα συμφωνήσω. Νομίζω πάντως πως οι μεσογειακοί λαοί έχουμε ανέκαθεν για κάποιο λόγο μια στενή σχέση με την ιδέα του πρόωρου και ξαφνικού θανάτου. Και θα συμπεριελάμβανα στις μεσογειακές χώρες και το Λίβανο. Είναι επίσης και εκρομαντισμένος αυτός ο θάνατος – σε όλους αρέσει λίγη τραγωδία, έτσι δεν είναι; Σε όλους μας αρέσουν οι ιστορίες που μιλούν για τους καταπιεσμένους, για αυτούς που είναι θύματα σκληρών καταστάσεων κι οι ζωές τους έχουν σπαραξικάρδιες στιγμές που θα μπορούσαν να οδηγήσουν στο θάνατο ή σε οτιδήποτε άλλο. Σίγουρα υπάρχουν πολλά τέτοια παραδείγματα σε μύθους, μυθοπλασία και πραγματικότητα. Πώς λοιπόν ξεχωρίζει κανείς το ένα από το άλλο; Πείτε μου εσείς… Νομίζω πως ο καθένας μπορεί να ταυτιστεί με αυτό το θέμα, και όλοι μας έχουμε και μια συμπόνια προς τα ζώα. Εδώ τα βάζουμε στη θέση των ανθρώπων, οι χαρακτήρες τους είναι την πραγματικότητα ανθρώπινοι, αλλά χρησιμοποιούμε τη ζωομορφία. Δεν μπορώ να γράψω ως ζώο. Δεν είμαι ούτε αρκούδα, ούτε ρακούν, ούτε αλεπού, ούτε μπορώ να είμαι. Αυτά που σκέφτονται τα ζώα και αυτά που κάνουν, αποτελούν ακόμα ένα μυστήριο το οποίο προσπαθούμε να αναλύσουμε και να το συγκρίνουμε με τη δική μας συμπεριφορά. Στην πραγματικότητα προβάλλουμε πάνω τους τις δικές μας εικόνες.

Είναι αλήθεια πως σε όλους μας αρέσουν οι τραγικές ιστορίες, όλοι μας έχουμε μια δραματική πλευρά. Συνήθως όμως αυτή εκδηλώνεται με αφορμή το τι παθαίνουν οι άλλοι, όχι εμείς οι ίδιοι. Εσείς λοιπόν έπρεπε να μπείτε στη θέση ζώων που πέθαναν τραγικά. Ελπίζω πραγματικά αυτό να φτάσει στους θεατές. Δεν ξέρω πώς το ερμηνεύουν οι άλλοι, κι ούτε με απασχολεί πάντοτε. Όμως ήξερα ότι είχα ανάγκη από κάτι με το οποίο εγώ μπορώ να ταυτιστώ, γιατί εγώ είμαι αυτός που το δημιούργησε. Έπρεπε να εφεύρω κάποιου είδους σύστημα για να εκφράσω στους άλλους την τραγωδία ή το θάνατο, με τρόπο που να καταλαβαίνουν για τι πράγμα μιλάω. Συχνά αναρωτιέμαι πώς αυτό αποδίδεται και τι αποτέλεσμα έχει αυτό που προσπαθώ να δημιουργήσω, και συχνά ούτε εγώ ξέρω τι ακριβώς προσπαθώ να κάνω. Όλο αυτό είναι ανοιχτό σε ερμηνείες, και έτσι επιθυμώ να είναι. Πάντως ήταν κάτι που από τη μια πλευρά το απήλαυσα, κι από την άλλη δεν ξέρω αν θα έχω ποτέ ξανά την ευκαιρία να κάνω κάτι παρόμοιο. Μπήκα εντελώς μέσα του και επένδυσα σε αυτό όλα όσα μπορούσα μέσα στο χρόνο που μου είχε δοθεί.

Κρίνοντας από το υλικό σας με τους The Sun City Girls, αλλά και από τις προσωπικές σας δουλειές, ο ήχος σας και οι μουσικές σας επιλογές είναι εξαιρετικά δύσκολο να καταταχθούν. Έχετε την τάση να κινείστε ανάμεσα στα είδη. Αυτή τη φορά σε ποια κατεύθυνση κινηθήκατε; Αυτό απλώς αντανακλά το γεγονός πως με ενδιαφέρουν πάρα πολλά πράγματα, χωρίς αυτό να είναι κακό. Είμαι περίεργος και μου αρέσει να παίζω και να εξερευνώ πολλά-πολλά πράγματα. Ασχολούμαι όλο και περισσότερο με – ελλείψει καλύτερου όρου- τη φολκ μουσική τα τελευταία χρόνια, κι αυτή φαινόταν να ταιριάζει στο ύφος που είχα στο μυαλό μου για να γράψω αυτά τα τραγούδια. Πάντοτε ξεκινάω με μια ακουστική κιθάρα, αυτό είναι το όργανο στο οποίο συνθέτω όταν πρόκειται για τραγούδια, διαφορετικά συνήθως είμαι αυτοσχεδιαστής. Ακολουθώ λοιπόν είτε τον ένα είτε τον άλλο δρόμο, κι αυτοί οι δύο μπορούν να καταλήξουν σε ένα εκατομμύριο κατευθύνσεις. Κατανοώ τη σύγχυση σχετικά με την ποσότητα του υλικού μου μέσα στα χρόνια και τις διάφορες συνεργασίες μου. Δεν υπάρχει μια σταθερή κατεύθυνση, αλλά νομίζω πως αυτό είναι καλό γιατί δεν προσπαθώ να είμαι αρεστός ή δημοφιλής. Κάνω αυτό που κάνω επειδή το αγαπώ. Έχω την τάση να ακολουθώ οτιδήποτε με ενδιαφέρει. Νομίζω πως είναι φυσικό για μένα να προσπαθώ να μετατρέψω το φολκ τραγούδι σε κάτι που μπορεί να συνάδει με οποιοδήποτε συγκεκριμένο πρότζεκτ μου, γιατί αυτό είναι η μουσική του λαού. Είναι η μουσική με την οποία ο καθένας μπορεί να συσχετιστεί πιο εύκολα, κι αν μέσα σε αυτό το όχημα βρίσκεται κάποιο μήνυμα, έχει περισσότερες πιθανότητες να έχει αληθινό αντίκτυπο. Να είναι πιο αποτελεσματικό στιχουργικά και να μεταφέρει την όποια δραματικότητα φέρει η μουσική. Μου φαίνεται επίσης απόλυτα φυσικό σε αυτό το συγκεκριμένο πρότζεκτ να χρησιμοποιήσω αυτά τα τραγούδια, παρά να γίνω υπερβολικά αφηρημένος ή και γελοίος, πράγμα που θα ήταν ένας άλλος δρόμος για να προχωρήσω, αλλά που θα μπορούσε να καταλήξει υπερβολικά επιτηδευμένος.

Επιστρέφοντας στους The Sun City Girls, ένα από τα κλισέ που σχετίζονται με αυτούς, αλλά και με τα προσωπικά σας πρότζεκτ, είναι και η τεράστια παραγωγικότητα. Η συνολική σας δισκογραφία είναι τόσο απέραντη, που συνήθως τέτοιες συναντάμε μόνο σε περιπτώσεις τζαζ καλλιτεχνών. Και αρκετές φορές στη μουσική σας έχετε φλερτάρει με την τζαζ. Αναφέρεστε στην αντιμετώπισή μου, στην ιδιοσυγκρασία; Ή στην προσωπικότητά μου; Στην πραγματικότητα δεν το έχω σκεφτεί ποτέ. Υπάρχουν πάρα πολλοί τζαζ καλλιτέχνες που θαυμάζω, και σαφέστατα έχω επηρεαστεί από την τζαζ. Ακόμα και σήμερα ακούω τζαζ τουλάχιστον όσο και οποιοδήποτε άλλο είδος μουσικής, είναι ένα τεράστιο μέρος του DNA μου. Το βλέπω πως θα μπορούσαμε να εξαγάγουμε ένα συμπέρασμα από αυτό. Όμως με κάποιο τρόπο υπάρχει ένας πόλεμος, είμαι πάντα σε εμπόλεμη κατάσταση κατά μία έννοια, αν και ίσως είναι ένας παιγνιώδης πόλεμος. Το λέω αυτό πολύ συχνά στους φίλους μου, ότι βρισκόμαστε σε πόλεμο, κι ότι διαρκώς λαμβάνει χώρα μία μάχη, όπου αν δεν υπερασπιστείς τον εαυτό σου και δεν ορίσεις το δικό σου έδαφος, τότε θα σε κατακτήσουν. Θέλεις να είσαι επιθετικός, χωρίς όμως να γίνεσαι απροκάλυπτα επιθετικός σε βαθμό που αυτό να γίνεται αντιπαραγωγικό. Δεν με έχουν πτοήσει ποτέ οι αντιδράσεις ή η κακοτυχία. Δεν τις αφήνω να εμποδίσουν το δρόμο μου, απλά συνεχίζω να προχωράω. Δεν ξέρω αν σας απάντησα ή αν έχω ξεφύγει από το θέμα.

Θα έλεγα πως μου απαντήσατε. Και μιας και μιλάμε για μουσικό DNA, τι είναι αυτό που σας τράβηξε για πρώτη φορά στη μουσική; Πώς καταλάβατε ότι αυτή θα είναι η ζωή σας;  Είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Η μουσική ήταν φυσικά κομμάτι της παιδική μου ηλικίας. Γεννήθηκα το 1959, οπότε τη δεκαετία του 60 ήμουν παιδί, κι η μουσική βρισκόταν παντού. Στην αρχή απλώς την άκουγα στο ραδιόφωνο, και τελικά άρχισα να παίρνω δίσκους ή να τη βλέπω στην τηλεόραση, στο The Ed Sullivan Show και τέτοια. Θυμάμαι τη μουσική σε συγκεκριμένες εκπομπές όπως το The Twilight Zone και το Johnny Quest. Όταν πρωτοείδα το Ο Καλός, ο Κακός κι ο Άσχημος, ήμουν παιδί, και το να ακούω τη μουσική του Έννιο Μορρικόνε στο σάουντρακ ήταν αποκαλυπτική εμπειρία. Όμως το να γίνω μουσικός ήταν μια άλλη υπόθεση. Στα μέσα της δεκαετίας του 70, αποφάσισα να πάρω μια κιθάρα και να αρχίσω να μαθαίνω. Ο αδελφός μου είχε μια ηλεκτρική κιθάρα και είχε αρχίσει να παίζει. Δεν με ενδιέφερε ιδιαίτερα να παίζω χέβι ροκ όπως αυτός εκείνη την εποχή. Με ενδιέφεραν περισσότερο οι τραγουδοποιοί όπως ο Bob Dylan, η κατεύθυνση του φολκ τραγουδιού. Ένα βράδυ είδα ένα όνειρο, πριν καν να αποκτήσω κιθάρα και να αρχίσω να παίζω. Ονειρεύτηκα ότι έπαιζα κιθάρα τέλεια. ‘Επαιζα στο όνειρο, παρακολουθούσα τα δάχτυλά μου να κινούνται πάνω της. Την άκουγα, την ένιωθα. Κι όταν ξύπνησα, ήμουν τρομερά απογοητευμένος που αυτό ήταν μόνο όνειρο. Κι έτσι θύμωσα πολύ, και είπα πως θα μάθω να παίζω κιθάρα. Είναι σαν ειρωνεία που αυτό που στην πραγματικότητα με ενέπνευσε να αποκτήσω εμμονή με το να μάθω να παίζω κιθάρα, ήταν το ότι είδα ένα όνειρο και ξύπνησα κι ένιωθα άδειος. Αυτή θα ήταν η πραγματικότητά μου, στ’ αλήθεια θα μάθαινα να παίζω. Αυτό ήταν που με κινητοποίησε πραγματικά. Τώρα, αν θα έπαιρνα αργότερα κιθάρα ούτως ή άλλως… πιθανότατα, ίσως, δεν ξέρω. Όμως αυτό που μέσα στο κεφάλι μου παραμένει ως η στιγμή που καθόρισε πως θα αγοράσω κιθάρα και θα μάθω να παίζω, είναι το όνειρο. Και μετά από αυτό άρχισα να γράφω τραγούδια.

Ειλικρινά αυτή είναι μια από τις πιο όμορφες ιστορίες που έχω ακούσει για το πώς κάποιος καταλήγει να γίνει μουσικός. Ξέρετε, θα μπορούσε να πει κανείς πολλά για το πώς ο θυμός μπορεί να είναι πηγή έμπνευσης.

Αυτό είναι αλήθεια. Κι αφού βρισκόμαστε σε πόλεμο, αυτό μπορεί και να μας φανεί χρήσιμο. Ναι, ακριβώς. Είναι ένα όπλο. Η μουσική είναι ένα όπλο κι όλα σε σχέση με αυτήν είναι οπλισμός, από κάθε άποψη του τι μπορεί να αποτελεί όπλο. Προσπαθώ να παραμείνω θετικός μέσα σε μια εξαιρετικά αρνητικά φορτισμένη ατμόσφαιρα στην οποία φαίνεται να ζούμε στις μέρες μας, αλλά και στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου που μπορώ να θυμηθώ.

Αν δεν απατώμαι ζείτε στο Κάιρο. Ναι, ζω εδώ τα τελευταία εννιά χρόνια.

Ενδιαφέρουσα επιλογή. Πώς συνέβη; Κατά τύχην φυσικά. Ήρθα εδώ για μια συναυλία το 2010 κι έμεινα ένα μήνα επιπλέον. Είχα έρθει και παλαιότερα, το 1985, για τρεις μήνες. Εκείνη ήταν η πρώτη μου φορά στην Αίγυπτο και είχα ταξιδέψει σε όλη τη χώρα. Τότε πίστευα πως θα επέστρεφα νωρίτερα, αλλά φυσικά η ζωή σε οδηγεί σε οποιαδήποτε κατεύθυνση εκείνη θέλει, κι έτσι δεν κατάφερα να επιστρέψω παρά 25 χρόνια αργότερα. Γνώρισα εδώ κάποιους μουσικούς, κι η σπίθα άναψε. Ήταν προς το τέλος του 2010. Έφυγα ένα μήνα πριν την εξέγερση του 2011, την επανάσταση εναντίον του Μουμπάρακ. Φυσικά παρακολουθούσα τι γινόταν από τις ΗΠΑ, και παρέμενα σε επαφή με τους φίλους μου εδώ. Ύστερα προέκυψε κάποιο πρότζεκτ με τον Cherif El Masri και τον Aya Hemeda, που τώρα είναι μαζί μου σε ένα συγκρότημα που ονομάζεται The Invisible Hands. Ήθελα να μεταφραστούν στα αραβικά κάποια τραγούδια μου που δεν είχαν ηχογραφηθεί ποτέ με τη δική μου φωνή. Ήμουν απογοητευμένος γιατί ήξερα πως μπορούσα να τους δώσω φωνή, αλλά δεν μου άρεσε ο τρόπος που λειτουργούσαν στα αγγλικά. Πίστευα σε αυτά τα τραγούδια με κάποιο τρόπο, απλά όχι όπως τα τραγουδούσα εγώ – ήθελα να τα τραγουδήσουν εκείνοι. Έτσι ήρθα στο Κάιρο το 2011, την ίδια εποχή που και ο Sam Shalabi εξέφρασε το ενδιαφέρον να επιστρέψει από το Μόντρεαλ. Ζούσε κατά διαστήματα πότε εδώ και πότε εκεί, και τελικά ήρθαμε εδώ μαζί και από τότε βρίσκομαι στο Κάιρο. Εδώ είναι πια η βάση μου, περισσότερο από οπουδήποτε αλλού. Φυσικά και ταξιδεύω στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη όποτε μπορώ, όπως και σε άλλα μέρη, αλλά από το 2011 το σπίτι μου είναι εδώ.

Ως άνθρωπος με πολλά μουσικά πρότζεκτ, ξέρω πως ακόμα και υπό τις παρούσες συνθήκες θα έχετε ήδη κάποια σχέδια για το άμεσο ή πιο μακρινό μέλλον. Φυσικά. Πάντοτε έχω σχέδια για το μέλλον. Νομίζω πως αυτό είναι που με διατηρεί θετικό και ζωντανό και μου δίνει ελπίδα. Δεν ξέρω τι θα έκανα αν δεν είχα πράγματα να περιμένω. Φυσικά έχω και τα παιδιά μου, κι αυτό είναι κάτι που κυριαρχεί πάνω σε όλα, όμως έχω ανάγκη να συνεχίζω να δουλεύω. Ναι, υπάρχουν πολλά σχέδια. Έχω τρία-τέσσερα άλμπουμ σε στάδιο post production αυτή τη στιγμή, με διάφορα σχήματα. Υπάρχει ένας καινούριος δίσκος των Invisible Hands που δεν λέει να τελειώσει. Υπάρχει ένας άλλος δίσκος μου ως Alvarius B, κι ακόμη ένας των The Dwarfs of East Agouza που προετοιμάζονται. Και φυσικά το The Sea Between My Soul, που πρόκειται να κυκλοφορήσει σε παραγωγή του Ιδρύματος Ωνάση σε ένα promotional box set βινυλίων. Η αρχική εκδοχή θα είναι για την προώθηση της παράστασης του Raed. Πιστεύω πως της αξίζει να έχει ζωή και σε άλλες πόλεις και χώρες, και θα ήταν υπέροχα αν κανονιζόταν κάτι τέτοιο. Τέλος, και από το μέτωπο της δισκογραφικής μου εταιρίας Sublime Frequencies που τα τελευταία δύο χρόνια είχε μείνει κάπως ανενεργή καθώς ήμουν απασχολημένος με άλλα πράγματα, έχουμε τέσσερις νέες κυκλοφορίες που θα ανακοινώσουμε τον Ιανουάριο και θα κυκλοφορήσουν την άνοιξη, κι ακόμα δύο πάνω στις οποίες δουλεύουμε τώρα και πρόκειται να ακολουθήσουν. Θα είμαστε λοιπόν και πάλι πολύ ενεργοί μέσα στο 2021, αν τα πράγματα δεν πάνε στραβά παντού –πράγμα που είναι πιθανό.

Μετά από όσα είδαμε φέτος, είναι κάτι που μπορεί να συμβεί. Τα πάντα είναι πιθανά αυτή τη στιγμή. Τίποτα δεν θα ήταν απίστευτο. Έτσι τα βλέπω τα πράγματα. Αλλά αυτά είναι τα σχέδιά μου. Επιμελούμαι αυτή τη στιγμή ένα βιβλίο με στίχους των Sun City Girls και ποιήματα. Θα πάρει κάποιο καιρό μέχρι να είναι έτοιμο, αλλά το δουλεύω. Δουλεύουμε πάνω σε πολλά πράγματα. Άλλες ηχογραφήσεις, μικρότερα πρότζεκτ εδώ κι εκεί… Είναι κάτι που δεν έχει τέλος. Καθώς έχω και οικογένεια, συμβαίνουν κι εκεί πάρα πολλά, οπότε στην πραγματικότητα δεν υπάρχει ποτέ βαρετή στιγμή για μένα. Και μου λείπει η Αθήνα! Ελπίζω πως θα μπορέσουμε τον Απρίλιο να κάνουμε τη ζωντανή πρεμιέρα της παράστασής μας εκεί, αλλά δεν ξέρουμε ακόμα αν θα είναι δυνατόν. Αγαπώ την Αθήνα. Έχω πολλούς φίλους εκεί, και πάντα περνάω υπέροχα.

Η παράσταση του Raed Yassin The Sea Between My Soul  με λόγο και τραγούδια του Alan Bishop, θα είναι διαθέσιμη στο κανάλι του Ιδρύματος Ωνάση στο YouTube Onassis Foundation – YouTube από την Κυριακή 20 μέχρι και το Σάββατο 26 Δεκεμβρίου 2020.