Είναι πραγματικά εντυπωσιακό το πώς ο προγραμματισμός των θεάτρων, που ήδη άρχισε να ανακοινώνεται, ακολουθεί σχεδόν κάθε χρόνο κάποιο συρμό που μοιάζει να αποτελεί αναπόδραστη προσταγή. Στα περισσότερους χώρους φέτος, από μικροσκοπικούς έως μεγάλους και θεσμικούς, υπάρχουν λέξεις και φράσεις που θα ακούσει κανείς σε όλους από την αρχή ήδη της ανακοίνωσης: έμφυλο ζήτημα, φεμινισμός, δικαιώματα, LGBTQ+, #metoo και πάει λέγοντας. Επισημαίνω πως η έντιμη, ευφάνταστη ενασχόληση με ζητήματα τόσο σημαντικά, είναι και ευκταία και καλοδεχούμενη, αν όχι επιβεβλημένη. Όμως ο συρμός συνήθως προαναγγέλει επιδερμική αντιμετώπιση, επιπόλαια εξέταση του θέματος και «μοδάτα» πλην ρηχά αποτελέσματα. Εύχομαι να μη δούμε παρόμοιες παραστάσεις φέτος. Πάντως η χρονιά ξεκινά με ένα διαμάντι.

Το θέατρο ντοκιμαντέρ έχει ευτυχήσει να εκπροσωπείται στη χώρα μας από καλλιτέχνες όχι μόνο άξιους και ικανούς, αλλά και με ιδιαίτερη ευαισθησία στο ήθος με το οποίο αντιμετωπίζουν το αντικείμενο που τους κεντρίζει για να του αφιερώσουν την παράστασή τους. Η Μάρθα Μπουζιούρη έχει και στο παρελθόν πραγματευτεί ζητήματα εξαιρετικά επώδυνα κι ευαίσθητα –με πιο πρόσφατο το μακελειό του Bataclan. Και τότε βγήκε νικήτρια. Η «Pietà» της συνεχίζει στον ίδιο λαμπρό δρόμο.

Επέλεξε να δώσει το λόγο στις μητέρες θυμάτων γυναικοκτονιών. Θέμα καυτό, επίκαιρο και εξαιρετικά επικίνδυνο: καραδοκούν -πέρα από τις ποικίλες ευκολίες- ένα σωρό παγίδες. Ο εκβιασμός της συγκίνησης. Ο κραυγαλέα καταγγελτικός λόγος. Η προσπάθεια συναισθηματικής εμπλοκής του θεατή. Η μετατροπή της παράστασης σε μανιφέστο διεκδίκησης –δίκαιων- δικαιωμάτων. Η εκζήτηση των ερμηνειών, είτε με την ταύτιση με τα πραγματικά πρόσωπα, είτε με την υπερβολική προβολή του αρχετύπου της μητέρας που έχασε βίαια και απάνθρωπα το παιδί της –επικίνδυνο ακριβώς επειδή είναι αληθινό.

Κι όμως, η Μπουζιούρη ξεπέρασε τα εμπόδια με σιγουριά και γνώση πρωταθλητή, αλλά κυρίως με απαράμιλλο ήθος. Ήξερε πως η ευκολία είναι εχθρός του θεάτρου, και πως η προβολή από σκηνής του ντοκουμέντου δεν αρκεί. Όπλο της ο βιωμένος χρόνος. Άφησε τις μνήμες των τραγικών μητέρων να μας σπαράξουν με την απλότητά τους ακριβώς επειδή είναι μυθικό υλικό: όλοι έχουμε παρόμοιο βίωμα, είτε ως παιδιά, είτε ως γονείς δυνάμει θυμάτων –ή και θυτών. Η κοινωνία που δημιουργεί ή ανέχεται τις καταστάσεις που οδηγούν στη γυναικοκτονία γίνεται προφανής όχι επειδή η παράσταση τη δείχνει με το δάχτυλο, αλλά γιατί, όπως ανεπαισθήτως επισημαίνεται, είναι ένα περιβάλλον γνωστό σε όλους μας: εκεί μεγαλώσαμε και εκεί ζούμε. Ακόμα και η φρικτή διαδικασία της δίκης –νέα δολοφονία, εκ νέου βιασμός, κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση προσβολή νεκρού- εκτίθεται μέσα από το βίωμα και όχι την καταγγελία. Γνωρίζοντας τα θύματα, αυτά τα πλάσματα που γεννήθηκαν, μεγάλωσαν, έζησαν, ονειρεύτηκαν για να χαθούν σε μια στιγμή με τον πιο άδικο και αποτρόπαιο τρόπο, η συγκίνηση κι ο συγκλονισμός έρχονται αβίαστα και κατακλυσμιαία. Δεν χρειάζεται να κατονομαστούν τα επί σκηνής αντικείμενα που μάλλον τους ανήκαν στην πραγματικότητα: ο τρόπος που εκτίθενται τα καθιστά αναθήματα, κτερίσματα, και η αλήθεια τους γίνεται αφόρητη.

Ούτε οι ηθοποιοί μπήκαν στη διαδικασία να «παίξουν» τα θύματα ή τις μητέρες τους: πώς «παίζεις» το δράμα ενός ανθρώπου που έζησε το αδιανόητο, σου το αφηγήθηκε και που –όπως τη βραδιά που είδα την παράσταση –βρίσκεται μπροστά σου, ανάμεσα στους θεατές; Οι ερμηνείες μένουν σε μια απλότητα και ευθύτητα που ένας κακόπιστος θα χαρακτήριζε σχεδόν άτεχνη: σωστή και ηθική στάση, γιατί η φρίκη είναι ζωντανή. Η παρουσία της ίδιας της σκηνοθέτιδας επί σκηνής και τα σχόλιά της προσφέρουν και την τελειωτική ρήξη με την «έντεχνη» ερμηνεία της πραγματικότητας. Η Μάρθα Μπουζιούρη επέδειξε το άψογο ήθος που απαιτούσε η εμπιστοσύνη που της έδειξαν οι μητέρες. Ισορρόπησε άψογα ανάμεσα στις παγίδες και δικαιώθηκε –όχι μόνο των αδιαμφισβήτητων ικανοτήτων της, αλλά λόγω της καθαρότητας της ματιάς και της προσέγγισής της. πολλές φορές έχει γραφτεί, και παραμένει ορθό: η ηθική είναι που παράγει αισθητική.

Η «Pietà» δεν είναι μια παράσταση που προσφέρεται για διασκέδαση ή για μια χαλαρή βραδιά στο θέατρο. Τόσο το θέμα, όσο και η απόδοσή του προκαλούν οδύνη –και σωστά. Όμως η εμπειρία είναι τόσο ισχυρή και καθαρτήρια, που σίγουρα δεν πρέπει κανείς να αφήσει να λειτουργήσει αποτρεπτικά η αντικειμενική δυσκολία του να δει κανείς μπροστά του αυτή τη φρικτή διάσταση της κοινωνίας που μας ανέθρεψε. Ας μην γίνουμε σαν τον Κάλιμπαν που –όπως έλεγε ο Όσκαρ Ουάιλντ- δεν ανέχεται να δει το πρόσωπό του στον καθρέφτη. Μην το χάσετε.

Η «Pietà» της Μάρθας Μπουζιούρη θα παίζεται μέχρι της 19 Νοεμβρίου στην Κεντρική Σκηνή του Θεάτρου του Νέου Κόσμου. Περισσότερες πληροφορίες και εισιτήρια: Pietà | Εισιτήρια online! | More.com